CLICK HERE FOR BLOGGER TEMPLATES AND MYSPACE LAYOUTS »


Μοναξιές


Λένε ότι τα μεγαλύτερα κακά στον κόσμο προέρχονται από τους
εγωιστές, τους απολίτικους, όσους «ρίχνουν νερό στο μύλο της
απάθειας», τους αλαζόνες, τους μοναχικούς – αυτούς που δεν
ανήκουν πουθενά για να βολεύονται κάθε φορά με τον καλύτερο
τρόπο.

Δεν ξέρουν τι τους γίνεται. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη μοναξιά από
τη μοναξιά του ανθρώπου που δεν ανήκει πουθενά, που δεν έχει
που την κεφαλήν κλίναι, που δεν έχει ούτε κόμμα, ούτε «φυλή»,
ούτε θρησκεία – συνεπώς στηρίζεται μόνο στο πανταχόθεν
αμφισβητούμενο ΠΡΟΣΩΠΟ του.

Και δεν υπάρχει μεγαλύτερη βία από τη βία που δέχεται ο άνθρωπος
ο οποίος με τη μοναξιά του αμφισβητεί έμπρακτα τις οργανωμένες
ομάδες, διακρίνοντας πίσω από την αφοσίωση στη γενιά το
φατριατισμό, πίσω από το esprit de corps το υπεροπτικό πνεύμα
της κλίκας, πίσω από τη θρησκευτική θέρμη το ζηλωτισμό και πίσω
από τους κομματικούς οραματισμούς το management των συμφερόντων.

Ο άνθρωπος αυτός, όπως είναι επόμενο, κατακομματιάζεται, του
βουλώνουν το στόμα – ποιοι; Τα αγνά στελέχη που βολεύονται
θριαμβικά σε καρέκλες και πόστα!

Το ν' ανήκεις κάπου είναι μια ανθρώπινη ανάγκη, Δημιουργεί μια
γλυκιά συνενοχή, μια φιλική εννόηση. Ανήκεις κάπου, για να
εγκαταλείπεσαι εκεί όπως στην αγκαλιά της μάνας σου: σε μια
κερκίδα, μια στυλιστική φυλή, μια εργασιακή ομάδα – στην
«οικογένεια» της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας»!

Ομολογώ ότι εγώ ποτέ δεν ανήκα κάπου – κι αυτό μου λείπει. Δεν
το αντιμετώπισα ποτέ ως προνόμιο, όσο ως παρενέργεια. Χάρη
όμως σ' αυτή την ιδιότητά μου, μπόρεσα να γλιτώσω από τα blues
της σύνθλιψης που τόσοι φίλοι μου χόρεψαν με άλλες, πολύ πιο
επικίνδυνες «οικογένειες»: το κόμμα, το «γοητευτικό» περιθώριο,
τη (μεταμοντέρνα) μου γενιά.

Πιο επικίνδυνο ήταν, βέβαια, το κόμμα. Που, ασφαλώς, ξεκίνησε
σαν ιδεολογία, σαν μια λαχτάρα για τη μεταβολή του κόσμου, για
τα ιδανικά και τα λοιπά και τα λοιπά – αλλά όταν αποκρυσταλλώθηκε,
σε κίνημα, ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ., ΚΚΕ, διαστρεβλώθηκε σε τέτοιο βαθμό
που έγινε το άκρο αντίθετο του διακηρυγμένου ιδανικού του.

Θυμάμαι ακόμα την ευδαιμονία των συμφοιτητών μου που ένιωθαν
ότι συμμετέχουν σε κάτι ορμητικό, που έτρεχαν να μαζέψουν καφέ
στη Νικαράγουα ή να πουλήσουν «Ριζοσπάστη» στα Πατήσια – πώς
έλαμπε η όψη τους από αφοσίωση και πίστη, και τι ακατάλυτη
συνενοχή τους έδενε απέναντι σε κάτι αποσυνάγωγους, όπως εγώ.

Ομολογώ, ζήλευα λίγο την αυτοϋπέρβασή τους, το φλογερό
ενθουσιασμό τους, το γεγονός ότι είχαν ένα σκοπό λίγο πιο υψηλό
από το στομάχι τους. Αλλά έβλεπα και πόσο εύκολα γίνονται
απολογητές γελοίων ή εγκληματικών πράξεων, πόσες προκαταλήψεις
τους ταλαιπωρούν, τι δουλειές καταπίνουν για να απελευθερώσουνε
του άλλους – και, εν ολίγοις, αποφάσισα ότι είναι λιγότερο
απάνθρωπο να σώσω τον εαυτό μου, παρά την ανθρωπότητα.

Την ίδια μοναξιά ένιωσα όταν κάποιο παράξενο γονίδιο μ' εξόρισε
κι από τις άλλες ομάδες της γενιάς μου – τους γιάπις τα fashion
victims, τους διανοούμενους, τα junkies, τους δημοσιογράφους,
τους εστέτ κ.ο.κ. Θα 'θελα πολύ να αγαπώ κι εγώ το ντιζάιν ή τα
στερεότυπα που επικυριαρχούν στο χώρο.

Θα 'θελα να κοιτάζω με βλέμμα όλο κατανόηση τους τριαντακάτι
στο dolce, να είμαι ένα γνήσιο παιδί του καιρού μου που πάνω του
θριαμβεύει η ηδονική μπαναλιτέ.

Κι αυτό γιατί ξέρω τι μυστική θέρμη έχει το να ανήκεις κάπου.
Τι ευεργετική δύναμη έχει πάνω στις πιο μύχιες ανασφάλειες, τι
ιδεολογική κάλυψη παρέχει στις πιο απονενοημένες αυθαιρεσίες!

Μα τελικά έμεινα εκτός. Οι αγωνιστές ξεβράστηκαν στα μετερίζια
του Δημοσίου, και όλοι οι μεταμοντέρνοι φίλοι μου περνάνε ζάχαρη
στις αυτιστικές φωλιές τους. Μόνο εγώ δεν ξέρω που να πάω, πώς
να ντυθώ, ποιο περιοδικό να αγοράσω – και ούτε στέκι αξιώθηκα
να αποκτήσω, τόσα χρόνια, περιφερόμενος στ' απιθανότερα
έκκεντρα – και με τη ρετσινιά του ηδονοθήρα από πάνω.

Είναι γελοίο να φορτώνουν στους μοναχικούς τις δυσπραγίες της
ανθρώπινης κοινωνίας. Θα ήταν ωραίο να συμμετέχουμε όλοι σε
ομάδες που μας εκφράζουν, διατηρώντας την ατομική ευθύνη και
την αυτονομία μας. Όμως στην ιστορία του ανθρώπου, ελάχιστες
φορές η αυτονομία αυτή επετεύχθη. Ακόμα και τα ευγενέστερα
μαζικά κινήματα στη θέση των αρχικών οραματισμών απέκτησαν
άβουλα, παθιασμένα πλάσματα που δεν διστάσανε να γράψουν το
πιστεύω τους με αίμα. Και τα μεγαλύτερα εγκλήματα στην ιστορία
του είδους δεν διαπράχθηκαν από εγωιστές ή απαθείς ηδονοθήρες
(ούτε καν από επαγγελματίες δολοφόνους, χαμένα κορμιά ή
κυνικούς), αλλά από ιδεολόγους και φλογερούς αλτρουιστές,
ομάδες που αγωνίζονταν για τη σωτηρία του κόσμου και με το
αλάθητο της πίστης τους τρόχιζαν τα λυτρωτικά τους ξίφη.

Δεν φτάνω στο σημείο να υπερασπιστώ τη μοναξιά – διότι ξέρω
ότι έχει τη γεύση της μισανθρωπίας, ότι από την πολλή συνέπεια
τσακίζει το κορμί και ότι αν τη μια φορά γίνεται από επιλογή τις
ενενήντα εννιά γίνεται από ανάγκη. Αλλά σίγουρα την προτιμώ
απέναντι σε όλους αυτούς τους λαλίστατους δημαγωγούς της
«συμμετοχής στα κοινά» -- που ενώ διαισθάνονται την
ιδεολογική ερημιά των κομμάτων όλο μας δέρνουν σαν στυφές
δασκάλες επειδή δεν ψηφίζουμε ΠΑΣΟΚ ή Ν.Δ.

Την υπερασπίζω βεβαίως και απέναντι στο επικυρίαρχο στιλ της
γενιάς μου, που ναι μεν προσφέρει θαλπωρή στους
κουρασμένους μου συν-εκδρομείς, έχει όμως γεμίσει τον
ορίζοντα χιλιάδες σωσίες του κενού, ανθρώπους δίχως γεύση
και όραμα, που πάνω τους θριαμβεύει η μετριότητα.

Όπως και να το κάνουμε, είναι προτιμότεροι οι αποσυνάγωγοι,
οι εκκεντρικοί, οι εξ' οστρακισμένοι των συστημάτων. Αν μη τι
άλλο, γιατί αυτοί είναι τουλάχιστον εκτεθειμένοι, έχουν βλάψει
τη Συρία λιγότερο, και συναναστρέφονται μια κατάσταση που
μόνο μέσα της ανθίζουν η τέχνη κι η ομορφιά: τη μοναξιά.


Στάθης Τσαγκαρουσιάνος