CLICK HERE FOR BLOGGER TEMPLATES AND MYSPACE LAYOUTS »


Αγαπημένε μου Μπόζυ, ύστερα από μακρόχρονη και άκαρπη αναμονή, αποφάσισα να σου γράψω πρώτος, τόσο για δικό σου καλό όσο και για δικό μου, γιατί δε θα ‘θελα να μείνω με τη σκέψη πως πέρασαν δύο ατέλειωτα χρόνια φυλακισμένος, χωρίς να πάρω ποτέ ούτε μια λέξη σου, ούτε νέα, ούτε μήνυμα καν, εκτός από κείνα που με πλήγωσαν βαθιά. Η κακότυχη, η αξιοθρήνητη φιλία μας τελείωσε με την καταστροφή και τη δημόσια ατίμωση για μένα, κι ωστόσο, η θύμηση της παλιάς μας στοργής συχνά με συντροφεύει και η σκέψη πως το μίσος, η πικρία και η περιφρόνηση θα μπορούσαν να πάρουν για πάντα τη θέση που κρατούσε κάποτε στην καρδιά μου η αγάπη, μου φέρνει τόση θλίψη. Και συ νομίζω θα νιώσεις στην καρδιά σου πως είναι προτιμότερο να μου γράφεις εδώ, στη μοναξιά της φυλακής μου, παρά να δημοσιεύεις γράμματά μου χωρίς να μου ζητάς την άδεια ή να μου αφιερώνεις ποιήματα χωρίς να με ρωτάς, μ’ όλο που ο κόσμος δε θα μάθει ποτέ τι λόγια πικρίας ή πάθους, τύψης ή αδιαφορίας, θα διάλεγες για να μου τα στείλεις σαν απάντηση ή σαν έκκληση.[...] [...]Πρέπει να διαβάσεις αυτό το γράμμα πέρα για πέρα, ακόμα κι αν η κάθε του λέξη μπορεί να γίνει για σένα φλόγα ή νυστέρι, που κάνει τη λεπτή σάρκα να καίγεται ή να ματώνει. Θυμήσου πως άλλο είναι να ‘σαι μωρός στα μάτια των θεών και άλλο μωρός στα μάτια των ανθρώπων. [...] [...]Μην ξεχνάς ακόμα πως όσο δυστυχισμένος κι αν νιώθεις διαβάζοντας το γράμμα μου, εγώ νιώθω ακόμα πιο δυστυχισμένος, γράφοντάς το. [...] [...] θα αρχίσω λέγοντάς σου πως κατακρίνω φοβερά τον εαυτό μου. Τώρα, καθώς κάθομαι εδώ, σ’ αυτό το σκοτεινό κελί, ντυμένος τη στολή του κατάδικου, ένας άνθρωπος ατιμασμένος και κατεστραμμένος, τον εαυτό μου κατηγορώ. Τις ταραγμένες και σπαραχτικές νύχτες της αγωνίας, τις μακρόσυρτες, μονότονες μέρες του πόνου, τον εαυτό μου κατηγορώ. Κατηγορώ τον εαυτό μου, γιατί επέτρεψε σε μια μη πνευματική φιλία, μια φιλία που ο πρωταρχικός της σκοπός δεν ήταν η δημιουργία και η ενατένιση ωραίων πραγμάτων, να κυριαρχήσει ολότελα στη ζωή μου. Απ’ την πρώτη στιγμή υπήρχε πάρα πολύ μεγάλο χάσμα ανάμεσά μας. [....] [...]Η ανάμνηση της φιλίας μας είναι η σκιά που μ’ ακολουθεί εδώ πέρα. Έχω την εντύπωση πως δε μ’ εγκαταλείπει ποτέ. Αυτή με ξυπνάει τη νύχτα, για να μου πει την ίδια ιστορία ξανά και ξανά, ώσπου η κουραστική της επανάληψη με κάνει και χάνω τον ύπνο μου ως τα χαράματα, για να ξαναρχίσει και πάλι τα χαράματα. Μ’ ακολουθεί στην αυλή της φυλακής και με κάνει να μονολογώ, καθώς περπατάω βαριά γύρω γύρω. Μ’ αναγκάζει ν’ αναπολώ κάθε λεπτομέρεια που συνόδευε κάθε φριχτή στιγμή. Δεν υπάρχει τίποτα, απ’ ό,τι έγινε στα άθλια εκείνα χρόνια, που να μην μπορώ να το αναπαραστήσω στο θάλαμο εκείνο του εγκεφάλου μου, που παραχωρήθηκε στον πόνο και την απελπισία. Κάθε βιασμένη νότα της φωνής σου, κάθε σύσπαση και κίνηση των νευρικών χεριών σου, κάθε πικρή λέξη, κάθε φαρμακερή φράση, ξανάρχεται στη μνήμη μου. Θυμάμαι κάθε δρομάκι της πολιτείας ή το ποτάμι που στις όχθες του περπατήσαμε μαζί, τους τοίχους ή το δάσος που είχαμε γύρω μας, σε ποια νούμερα του καντράν ήταν οι δείκτες του ρολογιού, ποιο δρόμο τραβούσαν τα φτερά του ανέμου, το σχήμα και το χρώμα του φεγγαριού. [...] [...]Σου έγραψα τώρα, και πολύ διεξοδικά μάλιστα, για να καταλάβεις τι ήσουνα για μένα πριν απ’ τη φυλάκισή μου, εκείνα τα τρία χρόνια της μοιραίας φιλίας. Τι ήσουνα για μένα στη διάρκεια της φυλάκισής μου, που σε δύο φεγγάρια θα φτάσει σχεδόν στο τέλος της. Και τι ελπίζω να γίνω για τον εαυτό μου και για τους άλλους, όταν η φυλάκισή μου θα τελειώσει. Δεν μπορώ να διορθώσω το γράμμα μου ή να το ξαναγράψω. Πρέπει να το πάρεις όπως είναι, μουτζουρωμένο σε πολλά σημεία απ’ τα δάκρυα, σ’ άλλα από σημάδια πάθους ή πόνου και να το καταλάβεις όσο καλύτερα μπορείς μέσα απ’ τις μουτζούρες, τις διορθώσεις και ό,τι άλλο. Όσο για τις διορθώσεις-και τα σβησίματα-τις έκανα για να εκφράσουν οι λέξεις με απόλυτη ακρίβεια τις σκέψεις μου και να μη λαθεύουν ούτε με την υπερβολή ούτε με την ανεπάρκεια. Η γλώσσα πρέπει να κουρντίζεται σαν ένα βιολί και ακριβώς όπως οι υπερβολικά πολλές ή υπερβολικά λίγες παλμικές δονήσεις στη φωνή ενός τραγουδιστή ή στη χορδή ενός οργάνου κάνουν τη νότα φάλτσα, έτσι και το υπερβολικά πολύ ή το υπερβολικά λίγο, στις λέξεις μπορεί να χαλάσει το μήνυμα. [..] ο στοργικός σου φίλος ΟΣΚΑΡ ΓΟΥΑΪΛΝΤ»